6.10.2025
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Μετὰ ἀπὸ μία διακοπὴ, ἀπὸ τὸ 2023, ὁπότε δημοσιεύαμε καθημερινῶς ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ τῆς ΙΝΔΙΚΤΟΥ, τώρα ἐπανερχόμεθα μὲ τὰ ἄρθρα τοῦ μέλους μας συνταξιούχου Θεολόγου, Συγγραφέως Λάμπρου Σκόντζου διὰ τοὺς τιμωμένους Ἁγίους.
Νὰ εἶναι βοήθειά μας καὶ ὁ Θεὸς νὰ τὸν ἔχει πάντοτε καλά διὰ νά ἐργάζεται συνεχῶς καὶ ἀκαταπαύστως εἰς τὸν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου, καθότι ὁ θερισμὸς εἶναι τεράστιος οἱ δὲ ἰδανικοὶ ἐργάται τοῦ Εὐαγγελίου ἐλάχιστοι!
ΦΩΤΕΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ τηλ 2103254321
ΑΓΙΑ ΜΕΘΟΔΙΑ ΤΗΣ ΚΙΜΩΛΟΥ Η ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Οι όσιες γυναίκες συναγωνίστηκαν επάξια τους οσίους άνδρες σε πνευματικούς αγώνες και αγιότητα. Η Εκκλησίας μας έχει να επιδείξει μια πλειάδα οσίων γυναικών, οι οποίες λαμπρύνουν το εκκλησιαστικό στερέωμα. Μια από αυτές υπήρξε και η αγία Μεθοδία η εν Κιμώλω. Μια σύγχρονη οσιακή σημαντική μορφή.
Καταγόταν από τη νήσο Κίμωλο και γεννήθηκε την 10η Νοεμβρίου 1865 από γονείς θεοσεβούμενους και ενάρετους. Ο πατέρας της ονομαζόταν Ιάκωβος και η μητέρα της Μαρία, το δε επίθετό της ήταν Σάρδη. Στην οικογένεια υπήρχαν τρεις γιοι και πέντε θυγατέρες. Η δεύτερη από αυτές ήταν η Ειρήνη, η οποία μετονομάστηκε αργότερα σε Μεθοδία. Από μικρό κορίτσι διακρίνονταν για τη σεμνότητά της, την πίστη της στο Θεό και την υπακοή της. Ήταν στολισμένη με αρετές και καλοσύνη και για γι’ αυτό ξεχώριζε από τα άλλα κορίτσια της οικογένειας και της περιοχής. Οι φτωχοί και αγράμματοι γονείς της φρόντισαν να τη μεγαλώσουν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου. Της εμφύτευσαν βαθειά στην ψυχή της την αγάπη στο Χριστό και την αφοσίωση στην Εκκλησία.
Σε νεαρή ηλικία, όπως ήταν η συνήθεια της εποχής, αποφάσισαν οι γονείς της να την παντρέψουν με έναν νέο ναυτικό από τη Χίο. Η Ειρήνη, αν και είχε άλλα σχέδια για της ζωή της, να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο, να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στο Θεό, υπάκουσε στους γονείς της να μην τους λυπήσει. Χωρίς λοιπόν τη θέλησή της, παντρεύτηκε τον νέο Χιώτη. Όμως η ευσέβεια της Ειρήνης δεν έπαψε και μετά το γάμο της. Τηρούσε με ακρίβεια τις νηστείες, εξομολογούνταν τακτικά και κοινωνούσε αδιάκοπα. Ποτέ δεν παραπονέθηκε για την ματαίωση των σχεδίων της να ακολουθήσει τον μονήρη βίο. Τιμούσε το σύζυγό της και ουδέποτε του φανέρωσε τον κρυφό πόθο της να ακολουθήσει τον Νυμφίο της ψυχής της Χριστό. Μέσα στην ψυχή της έτρεφε την ελπίδα πως κάποτε ίσως πραγματοποιούνταν ο ευσεβής πόθος της.
Ύστερα από λίγο καιρό συνέβη το απροσδόκητο. Το πλοίο που εργάζονταν ο σύζυγός της ναυάγησε στα παράλια της Μ. Ασίας και εκείνος κατέστη αγνοούμενος, αφού δεν επέστρεψε ποτέ στο σπίτι του. Προφανώς είχε πνιγεί. Μάταια τον περίμενε για πολύ καιρό η Ειρήνη. Όμως αφού είδε ότι δεν εμφανίζονταν, αποφάσισε να ικανοποιήσει την παιδική επιθυμία της να ζήσει πλέον ως μοναχή. Πήγε στον επίσκοπο Σύρου Μεθόδιο και του ζήτησε να ντυθεί το μοναχικό σχήμα. Εκείνος δέχτηκε και την έκειρε μοναχή στην Ιερά Μονή Οδηγήτριας Κιμώλου, δίνοντάς της το μοναχικό όνομα Μεθοδία.
Για τη Μεθοδία ανοίχτηκε μπροστά της ένας νέος δρόμος πνευματικού αγώνα. Η ψυχή της αισθάνονταν απέραντη αγαλλίαση και ευχαριστούσε μέρα και νύχτα το Θεό, που την αξίωσε να νοιώσει τις μυστικές εμπειρίες της ασκητικής ζωής. Άρχισε να μελετά με πάθος ασκητικά βιβλία, θέλοντας να εφαρμόσει η ίδια τα παραγγέλματα των αγίων ασκητών της Εκκλησίας μας. Άρχισε με ακρίβεια την εφαρμογή τους. αδιάλειπτη προσευχή, νηστεία, αγρυπνία και θεωρία. Ακολουθούσε τον αγώνα αποκοπής των παθών και της νεκρώσεως του παλιού εαυτού της. Ενωρίς φάνηκαν τα σημάδια της αγιότητά της.
Θεώρησε καλό και ωφέλιμο να ζει σε απομόνωση, ώστε να μην αποκόβεται από την προσευχή και τη θεωρία του Θεού. Κλείστηκε σε ένα μικρό κελί στη θέση «Στιάδι», μέσα στο Κάστρο της Κιμώλου, κοντά στον Ιερό Ναό της Γεννήσεως του Σωτήρος. Εκεί ζούσε με αδιάλειπτη προσευχή και ουράνιες αναβάσεις. Έβγαινε σπάνια από το κελί της και μόνο σε επείγουσα ανάγκη, ιδιαίτερα να προσφέρει τη βοήθειά της σε ανθρώπους που την είχαν ανάγκη. Άλλωστε έτρεφε απέραντη αγάπη για όλους τους ανθρώπους, ιδιαίτερα για τους ενδεείς, τους οποίους ωφελούσε όσο μπορούσε.
Έγκλειστη η Μεθοδία στο στενό κελί της ζούσε ως επίγειος άγγελος. Ο ύπνος της ήταν ελάχιστος, η τροφή της στοιχειώδης. Κατά τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή δεν έβγαινε καθόλου από το κελί της. Ζούσε με ελάχιστη ξηρή τροφή και νερό, τα οποία της τα έδιναν από ένα μικρό παράθυρο του κελιού της και εκείνη τους ανταπόδιδε λίγο λάδι από το ακοίμητο καντήλι του κελιού της. Οι ευσεβείς κάτοικοι της Κιμώλου, το έπαιρναν με ευλάβεια και άλειφαν με αυτό τους ασθενείς, οι οποίοι, σε πολλές περιπτώσεις γινόταν καλά με τις ευχές της αγίας μοναχής.
Μια από τις αρετές της ήταν τα αστείρευτα δάκρυα για τον εαυτό της, τον οποίο θεωρούσε αμαρτωλό και για τη σωτηρία του κόσμου. Η προσευχή της συνοδεύονταν πάντα από ποταμούς δακρύων και γι’ αυτό είχε αποτελεσματικότητα η προσευχή της. Μια άλλη ευσεβής ενασχόλησή της στο κελί της ήταν η ανάγνωση θεοφιλών συγγραμμάτων. Τα θεία λόγια της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας μας την έθελγαν και την ευχαριστούσαν αφάνταστα. Ζούσε για το Χριστό και είχε πάψει να ζει για τον εαυτό της. Το λιπόσαρκο ασκητικό της σαρκίο είχε μεταβληθεί σε σκεύος και κατοικία του Αγίου Πνεύματος και γι’ αυτό αξιώθηκε πολλών θαυμάτων.
Η φήμη της αγίας ασκήτριας είχε διαδοθεί σε όλο το νησί, αλλά και στα άλλα νησιά του Αιγαίου. Πολλοί έτρεχαν στο μικρό κελί της, κυρίως γυναίκες, για να ακούσουν λόγια πνευματικά και παρηγορητικά. Ποτέ δεν αρνούνταν να τους δεχτεί. Ως στοργική μητέρα τους άκουγε, τους συμπονούσε και τους ωφελούσε με τις νουθεσίες της. Πάμπολλες κουρασμένες και βασανισμένες ψυχές βρήκαν στην Μεθοδία παρηγοριά και οδηγήθηκαν στη μετάνοια και τη σωτηρία. Δίδασκε με όλη τη δύναμη της ψυχής της την αγάπη, την υπομονή και την καρτερία στις αντιξοότητας της ζωής.
Έτσι πολιτεύτηκε η αγία μοναχή, ωφελώντας τον εαυτό της και τους άλλους. Ο Κύριος την κάλεσε κοντά Του την Κυριακή 5 Οκτωβρίου του έτους 1908 σε ηλικία μόλις 43 ετών. Την επομένη της κοιμήσεώς της παρατηρήθηκε η ευκαμψία των μελών του λειψάνου της, ως τεκμήριο της αγιότητάς της. Ο πιστός λαός της Κιμώλου κήδεψε πάνδημα την αγία μοναχή. Αργότερα έγινε ανακομιδή των ιερών λειψάνων της, τα οποία τοποθετήθηκαν στον Ιερό Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Κιμώλου και αποτελούν πηγή θαυμάτων. Η μνήμη της αγίας Μεθοδίας τιμάται στις 5 Οκτωβρίου.
ΑΓ.ΜΕΘΟΔΙΑ ΤΗΣ ΚΙΜΩΛΟΥ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ Ι.ΝΑΟ.ΑΓ.ΠΑΥΛΟΥ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΟΣΙΟΜ.ΑΡΟΑΝΙΑ ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ, ΙΔΡΥΜΑ ΠΡΟΑΣΠΙΣΕΩΣ ΗΘΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΑΞΙΩΝ
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΣΕΡΓΙΟΣ ΚΑΙ ΒΑΚΧΟΣ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Οι Μάρτυρες αποτελούν την πλέον επίλεκτη και εκλεκτή χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας, διότι με την ομολογία τους στο Χριστό αντάλλαξαν τη δόξα, τις τιμές και τα αξιώματα του κόσμου με την πίστη τους στον αληθινό Θεό. Αυτοί υπήρξαν οι ισχυροί κυματοθραύστες κατά των λυσσαλέων επιθέσεων κατά της Εκκλησίας. Με το τίμιο αίμα τους πότισαν το δένδρο της σώζουσας πίστης. Δύο από τους μυριάδες Μάρτυρες υπήρξαν οι άγιοι Σέργιος και Βάκχος, αξιωματικοί του Ρωμαϊκού στρατού.
Καταγόταν από τη Ρώμη και έζησαν στα χρόνια του αυτοκράτορα Μαξιμιανού (286-305). Καταγόταν από ευγενείς οικογένειες και είχαν λάβει σοβαρή μόρφωση. Η αριστοκρατική τους καταγωγή τους ευνόησε να κάνουν καριέρα στο ρωμαϊκό στρατό. Παρά το νεαρό της ηλικίας τους είχαν αναχθεί σε υψηλά αξιώματα στη «Σχολή Κιντιλίων». Οι «Σχολές» ήταν επίλεκτες στρατιωτικές μονάδες, οι οποίες είχαν καθιερωθεί από τον Διοκλητιανό (284-305) και υπάγονταν κατ’ ευθείαν στον αυτοκράτορα. Λειτουργούσαν ως σώματα όπου εκπαιδεύονταν οι αξιωματικοί των ρωμαϊκών λεγεώνων. Γι’ αυτό όσοι υπηρετούσαν σ’ αυτές, επιλέγονταν με μεγάλη προσοχή και εκτιμώντο τα φυσικά και πνευματικά τους πλεονεκτήματα και οι σπάνιες στρατιωτικές τους ικανότητες. Οι δύο νέοι αξιωματικοί είχαν διαλεχτεί ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους νέους για την αξιοζήλευτη θέση τους στη «Σχολή». Έχοντας επιδείξει ασυνήθιστη ανδρεία και αρετή, σε σύντομο χρονικό διάστημα, ο μεν Σέργιος είχε οριστεί Πριμηκήριος, ο δε Βάκχος Σεκουνικήριος.
Όμως οι δύο νέοι λαμπροί αξιωματικοί γνώρισαν την νέα, χριστιανική πίστη, κατηχήθηκαν και έλαβαν το άγιο Βάπτισμα. Η κοινή τους πίστη στο Χριστό τους ένωσε σε μια αδελφική φιλία. Όμως δεν το αποκάλυψαν σε κανέναν διότι, όπως είναι γνωστό, οι χριστιανοί διώκονταν για την πίστη τους, με εξοντωτική μανία από το ρωμαϊκό κράτος, υπό την παρότρυνση των φανατικών ειδωλολατρικών ιερατείων και του αμαθούς ειδωλολατρικού όχλου. Χιλιάδες χριστιανοί συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν με τη βία στα ειδωλολατρικά «ιερά» για να θυσιάσουν στους δαιμονικούς «θεούς» των ειδώλων. Αυτό θα τους έσωζε τη ζωή, ενώ αν αρνούνταν τη θυσία οδηγούνταν στα πλέον φρικτά μαρτύρια και εν τέλει στο θάνατο.
Μάλιστα, οι ρωμαϊκές αρχές είχαν καθιερώσει και τη δημόσια θυσία, ώστε να γνωρίζουν ποιοι είναι νομιμόφρονες και ποιοι όχι. Όσοι αρνούνταν να θυσιάσουν, θεωρούνταν εχθροί του κράτους και άρχιζαν οι διώξεις τους. Μια τέτοια θυσία στους «θεούς» της Ρώμης είχε οργανώσει ο αυτοκράτορας για να διαπιστώσει το στέρεο της εξουσίας του. Οι δύο νεαροί αξιωματικοί του δεν παρουσιάστηκαν να θυσιάσουν. Αυτό έβαλε σε υποψία και ανησυχία τον αυτοκράτορα. Θεώρησε την άρνησή τους ως ανταρσία εναντίον της εξουσίας του και γι’ αυτό διέταξε με οργή να παρουσιαστούν μπροστά του για να απολογηθούν για την ανυπακοή τους.
Οι δύο νεαροί αξιωματικοί οδηγήθηκαν ενώπιών του και ο αυτοκράτορας τους ζήτησε γιατί αθέτησαν τη διαταγή του, Με ένα στόμα του απάντησαν χωρίς φόβο: «Έχουμε υποχρέωση βασιλιά μας, να υπακούμε και να υπηρετούμε την επίγειο στράτευμά σας, ως δούλοι ευγνώμονες. Όμως δεν είμαστε καθόλου υποχρεωμένοι να προσκυνούμε κωφούς και αναίσθητους “θεούς”. Δεν θα αρνηθούμε τον αληθινό Θεό και δεν θα χωριστούμε από Αυτόν με καμιά δύναμη. Δεν θα καμφθούμε ούτε από τα σίδερα, ούτε από τη φωτιά, ούτε από άλλο βασανισμό της σάρκας μας. Διότι τίποτε δεν είναι πιο μακάριο από το να βασανίζεσαι και να πεθαίνεις για την ευσέβεια»!
Ακούγοντας ο φανατικός ειδωλολάτρης αυτοκράτορας την θαρραλέα απολογία των δύο χριστιανών αξιωματικών του, έγινε θηρίο από το θυμό του. Διέταξε να
καθαιρεθούν αμέσως από το αξίωμά τους και να τους διαπομπεύσουν. Τους έντυσαν γυναικεία ενδύματα, τους κρέμασαν βαρείς σιδερένιους κλοιούς στον τράχηλο και τους περιέφεραν στην πόλη για να τους χλευάσει ο αμαθής και δεισιδαίμονας όχλος.
Κατόπιν παραδόθηκαν στον θηριώδη διοικητή της επαρχίας της Ανατολής Αντίοχο, ο οποίος ήταν διαβόητος για τις ωμότητές του, να τους συνετίσει. Η έδρα του βρισκόταν στις όχθες του Ευφράτη, στην πόλη Βαρβαλισσό, εκατό χιλιόμετρα από το σημερινό Χαλέπι. Οδηγήθηκαν μπροστά του να απολογηθούν. Στην αρχή χρησιμοποίησε κολακείες και ταξίματα για να τους κάνει να θυσιάσουν στα είδωλα, αλλά οι δύο νέοι έμειναν αμετακίνητη στην απόφασή τους να μην προδώσουν την πίστη τους στο Χριστό. Τότε ο Αντίοχος τους έκλεισε στη φυλακή, όπου άρχισε να βασανίζει αρχικά τον Βάκχο. Τον έδερναν αλύπητα για ώρες ατέλειωτες με φοβερά και επώδυνα βούνευρα. Το σώμα του είχε μεταβληθεί σε μια πελώρια πληγή, γι’ αυτό και δεν άντεξε για πολύ. Παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο.
Την άλλη μέρα οδήγησαν τον Σέργιο ενώπιον του Αντιόχου. Ο άγιος νέος ήταν πολύ θλιμμένος διότι ο εν Χριστώ αγαπημένος αδελφός του Βάκχος ήταν πλέον στα ουράνια δώματα του θρόνου της μεγαλοσύνης του Θεού και γι’ αυτό επιθυμούσε να τον ακολουθήσει το συντομότερο. Ο ανελέητος τύραννος του ζήτησε για μια ακόμη φορά να απαρνηθεί το Χριστό για να του χαρίσει τιμές και αξιώματα. Τον απείλησε με φρικτά βασανιστήρια, όμως εκείνος έμεινε αμετακίνητος στην πίστη του. Τότε έδωσε διαταγή να αρχίσουν τα μαρτύρια. Του φόρεσαν υποδήματα με αιχμηρά καρφιά στο εσωτερικό τους και τον υποχρέωσαν να τρέχει μπροστά από το άρμα του. Δεκαπέντε ολόκληρα χιλιόμετρα διάνυσε. Τα καρφιά είχαν καρφωθεί στα πόδια του, το αίμα έτρεχε ποτάμι, οι πόνοι ήταν αφόρητοι, αλλά εκείνος υπόμεινε με υπεράνθρωπη καρτερία το μαρτύριο και αντί να ουρλιάζει από τους πόνους, έψελνε ύμνους στο Χριστό! Το βράδυ τον έριξαν στη φυλακή, όπου άγγελος Κυρίου θεράπευσε τις πληγές του. Το πρωί ο Αντίοχος έδωσε διαταγή να τον αποκεφαλίσουν. Ο Μάρτυρας αφού προσευχήθηκε θερμά για τη συγχώρηση των βασανιστών του, έσκυψε το κεφάλι και δέχτηκε το φονικό ξίφος, το οποίο τον ένωσε με το Χριστό και ξαναβρήκε τον αγαπημένο του φίλο Βάκχο.
Οι ευσεβείς κάτοικοι της περιοχής περιμάζεψαν τα τίμια λείψανα και τα έθαψαν με τιμές σε ασφαλές τόπο. Μετά τη λήξη των διωγμών, μετονόμασαν την περιοχή σε Σεργιούπολη. Το 547 ο Ιουστινιανός έκτισε περίλαμπρο ναό στην Κωνσταντινούπολη, όπου εναπέθεσε τα τίμια λείψανά τους. Η μνήμη τους εορτάζεται στις 7 Οκτωβρίου.
ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΣ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – καθηγητού
Ένα από τα απτά δείγματα της αγιότητας είναι και το χάρισμα της θαυματουργίας στους αγίους μας. Αυτοί, δια των ακτίστων ενεργειών του Θεού αξιώθηκαν να θαυματουργούν και να δοξάζεται έτσι το άγιο όνομα του Θεού. Ένας από τους θαυματουργούς αγίους της Εκκλησίας μας είναι και ο άγιος ιερομάρτυς Πολυχρόνιος.
Καταγόταν από την επαρχία Γαμφανίτιδα ή Γαμφάνη της Μ. Ασίας, της περιοχής των Αλαμάνων και έζησε τον 4ο αιώνα όταν βασίλευε ο Μέγας Κωνσταντίνος. Ήταν γόνος ευγενών και ευσεβών γονέων. Ο πατέρας του ονομαζόταν Βαρδάνης, ένα ευσεβής και πλούσιος γεωργός. Μεγάλωσε σε σπίτι όπου καλλιεργούνταν η ευσέβεια και οι αρετές. Οι πλούσιοι γονείς του φρόντισαν να γεμίσουν την ψυχή του με πίστη στο Θεό και τον δίδαξαν την ενάρετη ζωή. Παράλληλα φρόντισαν να λάβει σπουδαία μόρφωση και να εντρυφήσει στα ιερά γράμματα.
Από μικρός έδειξε έφεση στην αρετή, στην πίστη στο Θεό, τη φρόνηση και την εγκράτεια, ώστε τον θαύμαζαν οι συντοπίτες του. Μάλιστα αξιώθηκε, παιδί ον, να κάμει, δια της θερμής προσευχής του ένα μεγάλο θαύμα. Να αναβλύσει άφθονο νερό στην άνυδρη πόλη, που κατοικούσε! Στην πόλη δεν υπήρχε πηγή και οι κάτοικοι ήταν αναγκασμένοι να πηγαίνουν σε μακρινή απόσταση να προμηθεύονται το απαραίτητο νερό. Ο Πολυχρόνιος έπεσε στα γόνατα και παρακάλεσε με θέρμη και πίστη το Θεό να απαλλάξει τους συμπατριώτες του από αυτόν τον κόπο. Και ω του θαύματος, ανάβλυσε αστέρευτη πηγή με άφθονο δροσερό νερό δίπλα από το σπίτι του πατέρα του! Οι κάτοικοι δόξασαν το Θεό και μακάριζαν τον άγιο της πόλης τους!
Όταν ο ενάρετος Πολυχρόνιος μεγάλωσε, αποφάσισε να φύγει από την πατρίδα του, για να εξοικονομεί τα προς το ζειν του. Μαζί του έφυγαν και μερικοί άλλοι συμπατριώτες του, μεταξύ των οποίων και οι μετέπειτα συναθλητές του: Παρμένιος, Πολυτέλειος, Ελυμάς, Μώκιος, Χριστοτελής, Μαξιμος, Λουκάς, Αβδίας, Σέμνιος και Ολυμπιάδης. Μετέβηκαν στην Κωνσταντινούπολη όπου έπιασαν εργασία σε μεγάλο αμπελώνα.
Εκεί διακρίθηκε για την εργατικότητά του, τη φιλοπονία του και κυρίως για τις αρετές του. Ήταν υπομονετικός και γλυκόλογος με όλους. Η εργασία του ήταν μια διαρκής προσευχή. Εργαζόταν και προσεύχονταν νοερά. Επίσης νήστευε σκληρά, ώστε έτρωγε λίγο ψωμί κάθε δύο ή τρεις ημέρες!
Το αφεντικό του τον παρακολουθούσε και τον θαύμαζε. Όμως κάποια στιγμή ντράπηκε για το ότι έναν άγιο άνθρωπο τον υπέβαλε σε κουραστική εργασία και τον σύγκρινε με τη δική του αμαρτωλότητα. Έτσι αποφάσισε να τον σταματήσει από τη δούλεψή του. Του έδωσε αρκετά χρήματα και του είπε: «άγιε άνθρωπε του Θεού πήγαινε στην πατρίδα σου και να προσεύχεσαι για μένα». Ο άγιος πήρε τα χρήματα και έφυγε για την πατρίδα του, του άφησε όμως το δικέλλι του για ανάμνηση, το οποίο όμως άρχισε να θαυματουργεί.
Ο Πολυχρόνιος έφτασε στην πόλη του και με τα χρήματα που πήρε από το πρώην αφεντικό του αγόρασε χώρο, στον οποίο ίδρυσε «ευκτήριο οίκο», όπου υπηρετούσε την Εκκλησία του Χριστού. Αρχικά ήταν λαϊκός ιεροκήρυκας, αργότερα έγινε αναγνώστης και στη συνέχεια πρεσβύτερος. Πολλούς ανθρώπους ευεργέτησε και βοήθησε να ασπασθούν την αληθινή πίστη.
Αργότερα τον βρίσκουμε στην Κύπρο, όπου έγινε Επίσκοπος. Η επισκοπική του διακονία υπήρξε ιδιαίτερα επωφελής για το κύπριο ποίμνιό του. Ιερουργούσε με κατάνυξη, δίδασκε με θέρμη και ασκούσε την ελεημοσύνη. Υπήρξε άοκνος προστάτης των αδυνάτων, των χηρών, των ορφανών και των κατατρεγμένων.
Σκορπούσε αγάπη προς όλους, ώστε δι’ αυτού δοξάζονταν ο Θεός. Παράλληλα έκανε πολλά θαύματα. Ιδιαιτέρως έδειξε μεγάλη επιμέλεια προς τους πλανεμένους στις πάμπολλες αιρέσεις, που άρπαζαν οι αιρετικοί από τους σωστικούς κόλπους της Εκκλησίας.
Την εποχή εκείνη, και ενώ σταμάτησαν οι διωγμοί από τους ειδωλολάτρες, η Εκκλησία δοκιμάστηκε σκληρά από τη φοβερή αίρεση του Αρείου, τον αρειανισμό, ο οποίος ξεθεμέλιωνε κυριολεκτικά το χριστιανικό οικοδόμημα. Δίδασκε ότι ο Θεός είναι μόνο ο Πατέρας, ενώ ο Υιός είναι κτίσμα και το Άγιο Πνεύμα απρόσωπη δύναμη. Με τη συνεργεία του διαβόλου και τις ικανότητες του αιρεσιάρχη Αρείου η αίρεση διαδίδονταν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Χιλιάδες Χριστιανοί, κληρικοί, μοναχοί και λαϊκοί, ασπάζονταν τις φρικτές της πλάνες. Τότε ο ευσεβής αυτοκράτορας Κωνσταντίνος, συγκάλεσε την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, στη Νίκαια της Βιθυνίας, το 325. για να εξετάσει το πρόβλημα και να ορίσει το τριαδικό δόγμα. 318 Επίσκοποι ή αντιπρόσωποί τους πήραν μέρος στη Σύνοδο. Ανάμεσά τους και ο Πολυχρόνιος, ο οποίος υποστήριξε σθεναρά την Ορθόδοξη Πίστη και στηλίτευσε την αίρεση, ως δαιμονική κατάσταση, η οποία στόχο έχει να απομακρύνει τους πιστούς από την Εκκλησία και να τους στερήσει τη σωτηρία.
Όμως δεν έμελλε να ηρεμήσει η Εκκλησία και μετά την πανηγυρική καταδίκη του αιρεσιάρχη Αρείου. Μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου (337), ο ασεβής διάδοχός του γιός του Κωνστάντιος (337-361) ασπάσθηκε την αρειανική αίρεση και καταδίωξε τους ορθοδόξους. Οι αρειανοί, έχοντας τη στήριξη του αυτοκράτορα επιτίθονταν με μανία κατά των ορθοδόξων πιστών και ιδίως κατά των ορθοδόξων κληρικών. Οι αρειανοί στην Κύπρο, βλέποντας τον άγιο Πολυχρόνιο να υπερασπίζει την Ορθοδοξία και να εφαρμόζει τις αποφάσεις της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, τον μισούσαν θανάσιμα και προσπαθούσαν να βρουν τρόπο να τον θανατώσουν. Όταν βρήκαν την ευκαιρία τον συνέλαβαν, τον βασάνισαν και τον αποκεφάλισαν. Σύμφωνα με άλλη παράδοση, εισέβαλαν στην Κύπρο Άραβες πειρατές, οι οποίοι λεηλάτησαν το νησί. Πέρασαν και από τον τόπο που ήταν Επίσκοπος ο Πολυχρόνιος. Τον βρήκαν την ώρα που λειτουργούσε, τον συνέλαβαν και τον κομμάτιασαν επί τόπου με τα ξίφη τους. Ο αοίδιμος αξιώθηκε να ανακατέψει το τίμιο αίμα του με το αίμα του Κυρίου! Είναι ίσως πιθανόν να επιτέθηκαν οι αιμοβόροι πειρατές, καθ’ υπόδειξη των αρειανών, οπότε η μία διήγηση συμπληρώνει την άλλη.
Το αγιασμένο σώμα του το πήραν οι πιστοί και το έθαψαν με τιμές. Ο τάφος του έγινε πηγή αγιασμού και επιτέλεσης θαυμάτων. Αργότερα τα τίμια λείψανά του μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη.
Η μνήμη του εορτάζεται στις 7 Οκτωβρίου.
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΘΩΜΑΣ: Ο ΔΥΣΠΙΣΤΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Την πρώτη Κυριακή μετά την Ανάσταση του Κυρίου η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του αγίου ενδόξου αποστόλου Θωμά και διαβάζεται στις εκκλησίες η σχετική περικοπή της ψηλάφησης του Χριστού από αυτόν. Δεν είναι τυχαία αυτή η επιλογή. Έρχεται να επιβεβαιώσει, μαζί με τις τόσες άλλες μαρτυρίες, ότι ο Κύριος αναστήθηκε όντως από τους νεκρούς. Ο Θωμάς κατά θεία παραχώρηση ζήτησε να έχει απτή εμπειρία της Ανάστασης του Χριστού. Να βάλλει τα χέρια του «επί των τύπων των ήλων» και να πιστέψει στο υπέρτατο γεγονός.
Το όνομά του στην αραμαϊκή γλώσσα «Τέομα» σημαίνει δίδυμος. Στο ιερό Ευαγγέλιο του δίδεται όντως η προσωνυμία «Δίδυμος» (Ιωάν.11,16). Οι αγιογραφικές πληροφορίες για το Θωμά είναι σχετικά λίγες και γι’ αυτό έχουν εγερθεί κατά καιρούς αυθαίρετες ερμηνείες για το πρόσωπό του. Προσπάθησαν να εντοπίσουν τίνος δίδυμος αδελφός ή αδελφής υπήρξε. Κάποιοι τον ταυτίζουν με τον αναφερόμενο από τον Ματθαίο (13,55) αδελφόθεο Ιούδα. Μάλιστα οι πολέμιοι του Χριστού συγγραφείς υποστηρίζουν ότι αυτός υπήρξε δίδυμος αδελφός του Κυρίου, παρά τις αντίθετες μαρτυρίες των Ευαγγελίων, θέλοντας να πλήξουν την υπερφυσική ενανθρώπηση του Θεού Λόγου! Αρχαία παράδοση, την οποία αποδέχεται η Εκκλησία μας ο Θωμάς ήταν δίδυμος αδελφός κάποιας Λυδίας ή Λυσίας. Κάποιοι άλλη παράδοση αναφέρει ότι ήταν δίδυμος αδελφός κάποιου Ελεάζαρ.
Ο Θωμάς καταγόταν από την Αντιόχεια, σε αντίθεση με την πλειοψηφία των μαθητών, που ήταν Γαλιλαίοι (Ιωάν.21,2). Κλήθηκε από τον Κύριο να τον ακολουθήσει και αυτός υπάκουσε (Ματθ.10,3.Μάρκ.3,18.Λουκ.6,15). Γενικά υπήρξε από τους πιο αφοσιωμένους μαθητές, τον οποίο διέκρινε το θάρρος. Όταν οι άλλοι μαθητές προσπαθούσαν να αποτρέψουν το Χριστό να μεταβεί στη Βηθανία να αναστήσει το Λάζαρο, για το φόβο κακοποιήσεώς τους από τους φανατικούς Ιουδαίους, ο Θωμάς αψηφώντας τον κίνδυνο τους είπε: «άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ’ αυτού» (Ιωάν.11,16). Είναι η πρώτη φορά που ακούστηκε από μαθητή του Χριστού να ζητά να πεθάνει μαζί με τον Κύριο! Ταυτόχρονα υπήρξε και σχετικά ορθολογιστής. Στο Μυστικό Δείπνο δε δίστασε να ρωτήσει τον Κύριο: «Κύριε, ουκ οίδαμεν που υπάγεις και πως δυνάμεθα την οδόν ειδέναι;» (Ιωάν.14,5). Επίσης ήταν και σκεπτικιστής και δύσπιστος. Για να πιστέψει στην Ανάσταση του Κυρίου ζήτησε να έχει απτή βεβαίωση, να ψηλαφίσει με τα ίδια του τα χέρια τις πληγές του διδασκάλου του. Μετά την ψηλάφηση ομολόγησε με ενθουσιασμό και αυθορμητισμό: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιωάν.20,28).
Αρχαία παράδοση αναφέρει ότι κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Περσία και την αχανή χώρα των Ινδιών. Ως τα σήμερα θεωρείται ο φωτιστής των χωρών αυτών. Το τέλος της ζωής του υπήρξε μαρτυρικό. Οι φανατικοί ειδωλολάτρες τον θανάτωσαν δια λογχισμού. Η μνήμη του εορτάζεται στις 6 Οκτωβρίου.
Στο όνομα του Θωμά έχουν διασωθεί τρία απόκρυφα κείμενα του 2ου μ. Χ. αιώνα. Πρόκειται αναμφίβολα για ψευδεπίγραφα κείμενα αρχαίων αιρετικών γνωστικών, οι οποίοι θέλοντας να δώσουν κύρος στις αιρετικές τους δοξασίες, τις απέδωσαν στον απόστολο Θωμά. Αυτά τα κείμενα περιέχουν σοβαρές πλάνες και κακοδοξίες και γι’ αυτό δε θα πρέπει να τα εμπιστεύονται οι πιστοί, διότι τα χρησιμοποιούν οι χριστιανομάχοι για να πλήξουν την αξιοπιστία της χριστιανικής διδασκαλίας και ιδιαίτερα το Θείο Πρόσωπο του Λυτρωτή μας Χριστού.
Πολλοί αποκαλούν τον απόστολο Θωμά άπιστο. Δεν είναι σωστός αυτός ο χαρακτηρισμός του. Ο Θωμάς δεν υπήρξε άπιστος, αλλά δύσπιστος. Ζητούσε αποδείξεις για να βεβαιωθεί και να πιστέψει, όπως και έγινε. Ο Κύριος δεν του αρνήθηκε αυτή του την επιθυμία, γεγονός που σημαίνει ότι η πίστη μας στα
διδάγματα της Εκκλησίας μας, δεν είναι, και δεν πρέπει να είναι, παθητική και απόλυτα άκριτη κατάσταση, αλλά προϊόν ελεύθερης επιλογής. Ο απόστολος Φίλιππος, όταν μίλησε στον φίλο του Ναθαναήλ για το Χριστό του είπε εκείνο το περίφημο: «έρχου και ίδε» (Ιωάν.1,47), «έλα φίλε μου να διαπιστώσεις με τα ίδια σου τα μάτια αυτά που σου λέω για Εκείνον». Άρα δεν είναι κακό να ερευνούμε καλόπιστα. Κακό είναι να κρατάμε στάση κακόπιστη, η οποία και θα μας κρατήσει τελικά μακριά από την αλήθεια. Ο απόστολος Θωμάς ήταν καλόπιστος και γι’ αυτό, αφού ικανοποίησε τις αισθήσεις του, ομολόγησε ευθαρσώς: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου» (Ιωάν.20,28)! Πόσοι και πόσοι μεγάλοι άνδρες και γυναίκες στην ιστορία δεν έγιναν πιστοί από την έρευνα! Μυριάδες πραγματικοί επιστήμονες ανακάλυψαν την πίστη τους μέσα από την επιστημονική έρευνα, διότι στα θαυμαστά τους πορίσματα είδαν τις άκτιστες ενέργειες του Θεού να είναι παρούσες, δημιουργικές και συνεκτικές δυνάμεις του κόσμου! Αντίθετα υπάρχουν άλλοι επιστήμονες, τους οποίους δεν αγγίζει το γεγονός της πανταχού παρουσίας του Θεού, διότι ορμώνται εξ’ αρχής με οδηγό την τυφλή απιστία. Αυτοί δε θα βρουν ποτέ την αλήθεια και δε θα συναντήσουν το Θεό!
Το σκοτεινό μεσαίωνα κυκλοφόρησε στην αιρετική Δύση ένα σλόγκαν, το οποίο δεν έχει το παραμικρό έρεισμα στην αγία Γραφή και την Παράδοση της Εκκλησίας μας. Πρόκειται για το «πίστευε και μη ερεύνα», το οποίο και έγινε παντιέρα των χριστιανομάχων τους τελευταίους αιώνες κατά της Εκκλησίας, ότι δήθεν αρνείται την επιστημονική έρευνα και ζητά τυφλή πίστη και υπακοή. Αλλά αυτή ήταν τακτική του αιρετικού παπισμού, ο οποίος επέβαλε στους πιστούς του άκριτη πίστη και αφοσίωση, για να ασκεί την κοσμική του εξουσία. Αντίθετα, η αγία Γραφή και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, μας παροτρύνουν: «ερευνάτε τας Γραφάς» (Ιωάν.5,39), και «δράξασθε παιδείας» (Ψαλμ.2,12). Κριτήριό μας θα πρέπει να είναι το γεγονός της ελευθερίας, η οποία είναι η προϋπόθεση καθορισμού του προσώπου. Ο ελεύθερος άνθρωπος είναι η γνήσια εικόνα του Θεού, σύμμορφος της εικόνος του Θεού, δια του Χριστού (Φιλιπ.3,23). Αυτό έκανε και ο απόστολος Θωμάς!
Αφήστε μια απάντηση