ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Μετὰ ἀπὸ μία διακοπὴ, ἀπὸ τὸ 2023, ὁπότε δημοσιεύαμε καθημερινῶς ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟ ΜΑΣ τῆς ΙΝΔΙΚΤΟΥ, τώρα ἐπανερχόμεθα μὲ τὰ ἄρθρα τοῦ μέλους μας συνταξιούχου Θεολόγου, Συγγραφέως Λάμπρου Σκόντζου διὰ τοὺς τιμωμένους Ἁγίους.
Νὰ εἶναι βοήθειά μας καὶ ὁ Θεὸς νὰ τὸν ἔχει πάντοτε καλά διὰ νά ἐργάζεται συνεχῶς καὶ ἀκαταπαύστως εἰς τὸν ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου, καθότι ὁ θερισμὸς εἶναι τεράστιος οἱ δὲ ἰδανικοὶ ἐργάται τοῦ Εὐαγγελίου ἐλάχιστοι!
ΑΓΙΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΑΡΕΘΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ ΜΑΡΤΥΡΕΣ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Η σημερινή αραβική χερσόνησος, πριν κατακτηθεί από τους μουσουλμάνους, ήταν γεμάτη από ακμάζουσες χριστιανικές κοινότητες. Το ίδιο και η απέναντι αφρικανική χώρα της Αιθιοπίας, η οποία παραμένει ως τα σήμερα, η μόνη χριστιανική χώρα της αφρικανικής ηπείρου.
Στα χρόνια που βασίλευε στο Βυζάντιο ο αυτοκράτορας Ιουστίνος Α΄ (518-527), ήταν βασιλιάς της Αιθιοπίας ένας ευσεβής ηγεμόνας ο Ελεσβαάν. Αντίθετα στην αντίπερα Υεμένη, στο αρχαίο βασίλειο της Σαβά, βασίλευε ένας τυραννικός, κακούργος και αιμοδιψής βασιλιάς, ο Δου-Νοουάς. Είχε ασπασθεί τον Ιουδαϊσμό και είχε αλλάξει το όνομά του σε Γιουσούφ. Με τη βία και το δόλο κατόρθωσε να επιβληθεί στην ευρύτερη, λεγόμενη, Ευδαίμων Αραβία και να σχηματίσει ισχυρό στρατό, εκστρατεύοντας κατά γειτονικών χριστιανικών πόλεων και κοινοτήτων. Μισούσε θανάσιμα τους Χριστιανούς και είχε βάλει ως στόχο του να εξαφανίσει την χριστιανική πίστη από το βασίλειό του.
Μια από τις χριστιανικές πόλεις που ήθελε να κατακτήσει και να τιμωρήσει τους Χριστιανούς ήταν και η Ναζράν, η σημερινή πόλη Νεγράν στα βόρεια της Υεμένης. Αυτή η πόλη είχε πανάρχαια χριστιανική παράδοση, η οποία έφτανε στα χρόνια των Αποστόλων. Μάλιστα ευεργετήθηκε από τον γιο του Μ. Κωνσταντίνου, τον Κωνστάντιο (337-361). Εκεί ήταν προεστός της χριστιανικής κοινότητας ένας ευσεβής και ηλικιωμένος σεβάσμιος άνθρωπος, ο Αρέθας, ο οποίος με την πίστη του και το παράδειγμά του, καθοδηγούσε τους πιστούς της πόλεως και απολάμβανε τον σεβασμό όλων.
Ο αντίχριστος βασιλιάς Δου-Νοουάς – Γιουσούφ εκστράτευσε κατά της Ναζράν με 12.000 στρατό και στρατοπέδευσε έξω από τα τείχη της πόλεως. Απειλούσε πως αν οι κάτοικοι δεν απαρνιόνταν την πίστη τους στο Χριστό, θα σφαγιάζονταν όλοι. Οι Χριστιανοί κάτοικοι προέβαλαν σθεναρή αντίσταση και διαμήνυσαν στον βάρβαρο και αλλόθρησκο βασιλιά πως δεν θα αρνούνταν την σώζουσα πίστη τους. Φώναζαν με ένα στόμα το σύνθημα: «ούτε ένας προδότης ανάμεσά μας»! Είχαν πάρει την απόφαση να μαρτυρήσουν για το Χριστό!
Βλέποντας ο θηριώδης βασιλιάς ότι ήταν δύσκολο να κατακτήσει την πόλη και το σπουδαιότερο, να πείσει τους κατοίκους να απαρνηθούν την χριστιανική τους πίστη, σοφίστηκε ένα δαιμονικό δόλιο τέχνασμα. Έπεισε τους προεστούς της πόλεως ότι ήθελε να επισκεφτεί την πόλη εθιμοτυπικά και πως επιθυμούσε την ειρήνη. Μάλιστα έφτασε στο σημείο να ορκιστεί στο «θεό» των Ιουδαίων ότι οι προθέσεις του ήταν αληθινές. Οι προεστοί τον πίστεψαν, μπήκε στην πόλη και άρχισε να εγκωμιάζει τους κατοίκους για την ευγένειά τους και την πρόοδό τους. Αφού έφαγε και ήπιε, ζήτησε από τους προεστούς να ανταποδώσουν την επίσκεψη στο στρατόπεδό του. Εκείνοι, εντυπωσιασμένοι από την δήθεν αλλαγή του ηγεμόνα, τον ακολούθησαν στο στρατόπεδό του, με προεξάρχοντα τον σεβάσμιο Αρέθα.
Μόλις μπήκαν στη σκηνή του έγιναν φανερές οι πραγματικές του προθέσεις. Ο τύραννος έδωσε διαταγή να συλληφθούν και να φυλακισθούν. Η πόλη ακέφαλη από τους προεστούς της, ήταν ανίσχυρη να αντισταθεί στον εχθρό. Οι στρατιώτες όρμισαν και την κατέλαβαν. Άρχισαν τις σφαγές και τις λεηλασίες με αλλόφρονα μανία. Τίποτε δεν έμεινε όρθιο. Με ιδιαίτερη αγριότητα βεβήλωσαν τους ναούς και τα σεβάσματα της πόλεως. Πήραν τα τίμια λείψανα του αγίου επισκόπου της πόλεως Παύλου, που είχε κοιμηθεί πριν δύο χρόνια και αφού τα βεβήλωσαν, τα έκαψαν. Οι κάτοικοι, κλήρος και λαός, συγκεντρωμένοι στις πλατείες προσεύχονταν στο Θεό και βοούσαν: «Είμαστε αποφασισμένοι να πεθάνουμε για το Χριστό»!
Αυτές οι φωνές εξαγρίωναν περισσότερο τους στρατιώτες, οι οποίοι είχαν βάλλει φωτιά και κατέκαιαν την πόλη από άκρου εις άκρον. Άρπαζαν τους κατοίκους και τους θανάτωναν με άγριο τρόπο. Έκαψαν ζωντανούς 477 κληρικούς, μοναχούς και μοναχές και μαζί τους 127 λαϊκούς. Οι υπόλοιποι έτρεχαν να κρυφτούν και να σωθούν από τη μανία των αλλοθρήσκων φονιάδων.
Κατόπιν ήρθε η σειρά του Αρέθα και των 340 συντρόφων του. Τον έφεραν μπροστά στον τύραννο να απολογηθεί για λογαριασμό των κατοίκων. Ήταν υπέργηρος 95 ετών. Παρ’ όλα αυτά στάθηκε με παρρησία, ελέγχοντας τον ασεβή βασιλιά και διαβεβαιώνοντάς τον ότι θα μείνουν, τόσο αυτός, όσο και οι υπόλοιποι εδραίοι στην πίστη των πατέρων τους. Ότι ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός, ο Οποίος έγινε άνθρωπος για να σώσει το ανθρώπινο γένος. Ότι όλοι τους θα προτιμήσουν το θάνατο από την άρνηση του Σωτήρα Χριστού, ο Οποίος είναι η όντως ζωή. Παράλληλα ενθάρρυνε τους συντρόφους τους λέγοντάς τους: «Δεν υπάρχει ενδοξότερος θάνατος από το Μαρτύριο, διότι με αυτό συμμετέχουμε στο πάθος του Χριστού και γινόμαστε κοινωνοί της δόξης του». Και εκείνοι απαντούσαν με ένα στόμα: «Έχε θάρρος, τίμιε πάτερ, είμαστε πρόθυμοι να δεχτούμε μαζί σου αυτό το μακάριο τέλος. Να στεφανωθούμε με τον αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου»!
Ο κακούργος βασιλιάς έγινε θηρίο από το θυμό του και διέταξε τον άγριο σφαγιασμό τους σε γειτονικό χείμαρρο. Εκεί τους οδήγησαν με βιαιότητα, κραδαίνοντας τα φονικά σπαθιά τους. Εκείνοι, με ηρωικό φρόνημα, προσευχήθηκαν και έδωσαν τον τελευταίο ασπασμό της αγάπης και της ειρήνης μεταξύ τους. Πρώτος σφαγιάστηκε ο γηραιός Αρέθας και κατόπιν οι άλλοι. Ο χείμαρρος γέμισε και έτρεχε σαν νερό το τίμιο αίμα τους. Έδωσαν στο Χριστό, ό, τι πολύτιμο είχαν, το αίμα τους και τη ζωή τους!
Ο τόπος του μαρτυρίου τους έγινε πηγή αγιασμού για αιώνες. Οι πιστοί έτρεχαν να αγιαστούν και να θεραπευτούν από τα νοσήματά τους. Μια γυναίκα έτρεξε με το τριετές παιδί της για να χρησθεί από το τίμιο αίμα των Μαρτύρων. Ο βασιλιάς διέταξε να την κάψουν ζωντανή μαζί με το σπλάχνο της! Η μνήμη του αγίου Αρέθα, μαζί και των υπολοίπων Μαρτύρων εορτάζεται στις 24 Οκτωβρίου.
ΑΓΙΑ ΤΑΒΙΘΑ: Η ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΟΡΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Η αγάπη και η φιλανθρωπία είναι συνώνυμα με τον Χριστιανισμό. Η βάση του χριστιανικού κηρύγματος είναι η αγάπη προς όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τις όποιες ιδιαιτερότητές τους. Τίποτε δε μπορεί να μπει εμπόδιο στην άσκηση της χριστιανικής αγάπης, ούτε το φύλο του ανθρωπίνου προσώπου, ούτε η φυλή, ούτε η κοινωνική και οικονομική του κατάσταση. Ο Ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, όχι μόνο δίδαξε την αγάπη προς όλους, αλλά και έθεσε ως προϋπόθεση την άσκηση της αγάπης, σε όσους ήθελαν και θέλουν να είναι δικοί Του, «εντολὴν καινὴν δίδωμι υμίν ίνα αγαπάτε αλλήλους, καθώς ηγάπησα υμάς ίνα και ὑμεῖς ἀγαπᾶτε αλλήλους. Εν τούτῳ γνώσονται πάντες ότι εμοὶ μαθηταί εστε, εὰν αγάπην έχητε εν αλλήλοις» (Ιωάν.13,34-35). Επίσης έδωσε ο Ίδιος το παράδειγμα της αλληλοδιακονίας, πλένοντας τα πόδια των μαθητών Του, πριν το Μυστικό Δείπνο, συμβουλεύοντας τους μαθητές Του «ει ουν εγὼ ένιψα υμών τους πόδας, ο Κύριος και ο Διδάσκαλος, και υμείς οφείλετε αλλήλων νίπτειν τους πόδας. υπόδειγμα γαρ δέδωκα υμίν, ίνα καθὼς εγὼ εποίησα υμίν, και υμείς ποιήτε» (Ιωάν.13,13-15). Μάλιστα η αγάπη αυτή εκτείνεται και στους εχθρούς μας, «αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδὲν απελπίζοντες» (Λουκ.16,35).
Η αγία μας Εκκλησία έκαμε πράξη την εντολή της αγάπης του Χριστού, η Οποία προσφέρει εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια απλόχερα την φιλανθρωπία της στον άνθρωπο. Υπέροχες προσωπικότητες της Εκκλησίας μας άσκησαν κατά καιρούς την αγάπη και σφράγισαν με τη δράση τους την ιστορία. Ένα από αυτά τα ιερά πρόσωπα υπήρξε και η αγία Ταβιθά, η αποκαλούμενη Δορκάς, δηλαδή ζαρκάδα, η οποία έζησε στα χρόνια των Αποστόλων και αναδείχτηκε παράδειγμα φιλανθρωπίας και διακονίας των ανθρώπων που είχαν ανάγκη.
Για την αγία Ταβιθά κάνει λόγο ο ευαγγελιστής Λουκάς στο βιβλίο των «Πράξεων των Αποστόλων»: «Αυτὴ ην πλήρης αγαθών έργων και ελεημοσυνών, ων εποίει» (Πραξ.9,36). Ζούσε στην πόλη της Παλαιστίνης Ιόππη και ασκούσε το επάγγελμα της υφάντρας. Είχε γίνει χριστιανή και βίωνε την χριστιανική πίστη στην καθημερινή της ζωή. Η καρδιά της ξεχείλιζε από άδολη αγάπη για τους πονεμένους και φτωχούς συμπολίτες της. Γι’ αυτό έραβε νυχθημερόν ενδύματα, τα οποία πωλούσε και τα χρήματα τα έδινε σε όσους είχαν ανάγκη. Παράλληλα είχε πλαισιωθεί από άλλες χριστιανούς της πόλεως, όπου οργάνωσε μια εκπληκτική φιλανθρωπική δράση. Πλήθος πεινασμένων, χηρών και ορφανών, ήταν αποδέκτες της αγάπης και της φιλανθρωπίας αγίας Ταβιθάς. Όμως ο Θεός οικονόμησε να δεχτεί σκληρή δοκιμασία, για να δοξασθεί το όνομά Του και να γίνει γνωστή η αγία. Αρρώστησε ξαφνικά και πέθανε.
Εκείνες τις ημέρες έκανε περιοδεία στην περιοχή εκείνη ο απόστολος Πέτρος. Δίδασκε στη γειτονική πόλη Λύδδα, όταν πληροφορήθηκε το τραγικό συμβάν από δύο απεσταλμένους των πιστών της Ιόππης. Ο Πέτρος έτρεξε αμέσως στην Ιόππη, όπου όλα ήταν έτοιμα για την κηδεία της Ταβιθάς. Βρήκε ένα μεγάλο πλήθος μέσα και έξω από το σπίτι της, όπου θρηνούσε το χαμό της ευγενούς κόρης. Όσοι είχαν ευεργετηθεί από αυτή έκλαιγαν απαρηγόρητοι, διότι είχαν χάσει το στήριγμά τους.
Μόλις έφτασε ο κορυφαίος απόστολος, ζήτησε να δει τη νεκρή, στο υπερώο. Παρακάλεσε να τον αφήσουν μόνο με το τίμιο σώμα της Ταβιθάς, γονάτισε και προσευχήθηκε θερμά. Μετά φώναξε δυνατά: «Ταβιθά ανάστηθι», και ω του θαύματος, το πνεύμα επέστρεψε στο σώμα της νεκρής και σηκώθηκε! Το θαυμαστό γεγονός όχι μόνο γέμισε με χαρά το παραβρισκόμενο πλήθος, αλλά διαδόθηκε σε όλη
την Παλαιστίνη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να δοξασθεί το όνομα του Θεού και να μεταστραφούν στο Χριστιανισμό πάρα πολλοί Ιουδαίοι και ειδωλολάτρες.
Η αγία Ταβιθά έζησε κατόπιν πολλά χρόνια αγίας ζωής, συνεχίζοντας το φιλανθρωπικό της έργο, και πέθανε σε προχωρημένη ηλικία. Η Εκκλησία μας την κατέταξε στους αγίους Της, τιμώντας την μνήμη της στις 25 Οκτωβρίου.
Είναι ανάγκη να έχουμε υπόψη μας το διαχρονικό φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας μας, το οποίο απορρέει από την πίστη μας, ότι στο πρόσωπο του κάθε ενδεούς ανθρώπου εικονίζεται ο Χριστός και σύμφωνα με τη δική Του διαβεβαίωση, «αμὴν λέγω υμίν, εφ᾿ όσον εποιήσατε ενὶ τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοὶ εποιήσατε» (Ματθ.25,40). Είναι απαραίτητο επίσης να επισημάνουμε πως η φιλανθρωπία είναι αποκλειστικό προνόμιο του Χριστιανισμού, διότι η έννοια της εποποιίας ήταν άγνωστη στον προχριστιανικό κόσμο! Δεν υπάρχει καμιά μαρτυρία για οργανωμένο δίκτυο φιλανθρωπίας και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων! Από τον πακτωλό του απίστευτου πλούτου των «ιερών» των παγανιστικών θρησκειών, όπως λ.χ. των Δελφών, ουδέποτε διατέθηκε το παραμικρό ποσό για την ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου! Ουδεμία μαρτυρία υπάρχει για κάτι τέτοιο! Αντίθετα μάλιστα, ο Ιουλιανός ο Παραβάτης τον 4ο μ. Χ. αιώνα, θέλοντας να νεκραναστήσει την ειδωλολατρία, ζητούσε από τους ειδωλολάτρες ιερείς να μιμούνται τους Χριστιανούς στην άσκηση της φιλανθρωπίας, διότι ήταν ανύπαρκτη σ’ αυτούς!
Η εκκλησιαστική μας ιστορία έχει να μας επιδείξει ένα απέραντο φιλανθρωπικό έργο στο διάβα των αιώνων. Χιλιάδες μιμητές της αγίας Ταβιθάς προσέφεραν με αυταπάρνηση τις ανιδιοτελείς τους υπηρεσίες και τα αγαθά τους προς τον πάσχοντα και ενδεή άνθρωπο, ιδιαίτερα σε καιρούς χαλεπούς. Αλλά και σήμερα, στην εποχή μας, όπου ο λαός μας δοκιμάζεται από την πρωτοφανή οικονομική κρίση, την οποία δημιούργησε η ανθρώπινη απληστία, η Εκκλησία μας με τις χιλιάδες μιμητών της αγίας Ταβιθάς, εθελοντές της αγάπης, τρέφει και περιθάλπει μόνη Αυτή, πληθώρα συνανθρώπους μας, τους οποίους έχει εγκαταλείψει, τόσο η επίσημη Πολιτεία, και οι διάφοροι άλλοι «ανθρωπιστικοί» θεσμοί!
Ο ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ: Ο ΗΡΩΙΚΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Οι Μάρτυρες κατέχουν την πρωτοπορία στη χορεία των αγίων της Εκκλησίας μας, διότι έδωσαν τη μαρτυρία τους για το Χριστό και την επισφράγισαν με το μαρτύριό τους. Αντάλλαξαν τη ζωή τους με την πίστη στον αληθινό Θεό, δίνοντας έμπρακτα το παράδειγμα του πιο μεγάλου ηρωισμού στην ιστορία του κόσμου, αψηφώντας τους φρικτούς διωγμούς των ειδωλολατρών.
Ένας από αυτούς είναι και ο Μεγαλομάρτυς άγιος Δημήτριος. Γεννήθηκε και έζησε στη Θεσσαλονίκη στα χρόνια των αυτοκρατόρων Διοκλητιανού (284-304) και Μαξιμιανού (286-305), σε μια εποχή εξαιρετικά δύσκολη για την Εκκλησία, διότι στα χρόνια αυτά είχαν ξεσπάσει οι φοβερότεροι διωγμοί κατά των Χριστιανών, όπου ολόκληρα νέφη μαρτύρων έχυσαν το αίμα τους για την πίστη τους στο Χριστό.
Από τους πιστούς γονείς του κληρονόμησε βαθιά ευσέβεια. Αυτό τον έκανε να γίνει ένας ένθερμος χριστιανός νέος, στολισμένος με τις αρετές και τα χαρίσματα που απορρέουν από τη χριστιανική ζωή. Η αξιόλογη μόρφωσή του τον ανέδειξε και δάσκαλο της χριστιανικής πίστης. Οι γνώσεις του και προπαντός το λαμπρό του παράδειγμα έλκυε πλήθος ειδωλολατρών στη σώζουσα πίστη του Χριστού.
Ως έφηβος κλήθηκε να υπηρετήσει στο ρωμαϊκό στρατό. Θεώρησε όμως καθήκον του να κάνει γνωστό στο νέο περιβάλλον το Σωτήρα Χριστό, ως τον αληθινό Θεό. Ο ενθουσιασμός του και το λαμπρό παράδειγμά του μετέστρεψαν πλήθος στρατιωτών στη νέα πίστη.
Αυτό όμως δεν κράτησε πολύ. Το ρωμαϊκό κράτος και ιδιαίτερα ο ρωμαϊκός στρατός, έτρεφε φοβερό μίσος κατά του Χριστιανισμού. Κατά χιλιάδες συλλαμβάνονταν οι χριστιανοί και οδηγούνταν στα μαρτύρια. Ο φημισμένος Δημήτριος δε θα μπορούσε να μείνει κρυφός. Με την επίσκεψη του φοβερού Μαξιμιανού στη Θεσσαλονίκη, ήταν από τους πρώτους που συνελήφθη. Αφού ομολόγησε με θάρρος την πίστη του στο Χριστό, κλείστηκε στις φυλακές και περίμενε με καρτερία το μαρτύριο.
Ο υπερφίαλος και αλαζονικός αυτοκράτορας έφερε μαζί του έναν φοβερό γιγαντόσωμο και κακούργο στρατιώτη τον Λυαίο, ο οποίος καυχιόταν πως οι «θεοί» του είχαν δώσει ανίκητη δύναμη ώστε να νικά κάθε μη πιστό της ειδωλολατρίας. Επιδεικτικά ο Μαξιμιανός οργάνωσε στο στάδιο της πόλης αγώνες, καλώντας όλους όσοι ήθελαν να πολεμήσουν μαζί του, με σκοπό να μειώσει το Θεό των Χριστιανών στα μάτια του ειδωλολατρικού όχλου. Φόβος και τρόμος κατέλαβε τους θεσσαλονικείς, διότι πίστευαν ότι δεν θα έβγαιναν ζωντανοί από τα χέρια του γίγαντα ειδωλολάτρη. Ένας όμως πιστός νέος από τον κύκλο του Δημητρίου, ονόματι Νέστωρ, θεώρησε μεγάλη προσβολή την πρόκληση των μισαλλόδοξων ειδωλολατρών και αποφάσισε να παλέψει με τον Λυαίο. Πρώτα όμως έσπευσε στη φυλακή να συμβουλευθεί το Δημήτριο κα να ενδυναμωθεί από αυτόν. Ο Νέστωρ πήρε μεγάλο θάρρος, πήγε στο στάδιο, αντιπαρατάχτηκε με τον αλαζονικό Λυαίο και τον θανάτωσε, προς μεγάλη απογοήτευση και καταισχύνη του ειδωλολατρικού όχλου και ανείπωτη χαρά των Χριστιανών.
Ο φοβερός Μαξιμιανός καταντροπιάστηκε από το γεγονός αυτό. Δεν περίμενε ένας αδύναμος νέος να σκοτώσει το καύχημά του, τον γίγαντα Λυαίο. Το γεγονός αυτό τον εξαγρίωσε και τον έστρεψε κατά του δέσμιου Δημητρίου. Έδωσε διαταγή να μεταβεί ένα απόσπασμα στρατιωτών στις φυλακές, να κατατρυπήσουν το δέσμιο Δημήτριο με τις λόγχες τους, ώστε να υποστεί αργό και βασανιστικό θάνατο. Ο άγιος υπέμεινε με πρωτοφανές θάρρος το μαρτύριο, συγχωρώντας τους δημίους του και δοξολογώντας το Θεό. Ο ένδοξος Μεγαλομάρτυς Δημήτριος παρέδωσε την αγία του
ψυχή στον Κύριο, λαβαίνοντας τον τιμημένο και αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου. Κατόπιν αποκεφάλισαν και τον άγιο Νέστορα. Το τίμιο λείψανό του, όπως και του αγίου Νέστορα, τα παρέλαβαν οι πιστοί με μεγάλη ευλάβεια, όπως ταιριάζει σε ήρωες της πίστης του Χριστού και τα ενταφίασαν με τιμές.
Ο Άγιος Δημήτριος και μετά το θάνατό του ευεργετούσε τους θεσσαλονικείς με άπειρα θαύματα. Κάποιος συγκρατούμενος του Αγίου ονόματι Λούπος, κατά την ώρα του μαρτυρίου, έβαψε το δακτυλίδι του μάρτυρα στο τίμιο αίμα του, με το οποίο κατόπιν έκανε πολλά θαύματα. Αλλά συνελήφθη και αυτός και υπέστη μαρτυρικό θάνατο. Ο τάφος του αγίου Δημητρίου ανέβλυζε πολύτιμο μύρο, θεραπεύοντας πλήθος ασθενών, ακόμα και ειδωλολάτρες, οι οποίοι γινόταν κατόπιν ένθερμοι Χριστιανοί. Ο άγιος και νεκρός ακόμα συνέχιζε να μεταστρέφει ανθρώπους στο Χριστό!
Επί Μεγάλου Κωνσταντίνου, όταν σταμάτησαν οι διωγμοί κατά της Εκκλησίας, οι πιστοί της Θεσσαλονίκης έκτισαν ναό στον τόπο του μαρτυρίου του αγίου και τον ανακήρυξαν προστάτη της πόλης τους. Αργότερα τον 5ο αιώνα κατεδαφίστηκε ο παλιός ναός και στη θέση του κτίστηκε μεγαλόπρεπη βασιλική, η οποία δεσπόζει μέχρι σήμερα στην συμπρωτεύουσα και μέσα σ’ αυτή φυλάσσονταν τα θαυματουργά λείψανά του. Αυτά όμως αργότερα, την εποχή της Φραγκοκρατίας, τα άρπαξαν οι αιρετικοί παπικοί Φράγκοι και τα μετέφεραν στη Δύση, προς μεγάλη λύπη των πιστών της Θεσσαλονίκης και όλων των Ορθοδόξων. Μόνο το κενό μνημείο του αγίου έμεινε στα υπόγεια του μεγαλόπρεπου ναού, για παρηγοριά των πιστών. Ευτυχώς όμως πριν λίγα χρόνια, η παπική «εκκλησία» επέστρεψε στην πόλη του αγίου την τίμια κάρα του, η οποία φυλάσσεται στο ναό του, ως το πολυτιμότερο σέβασμα της πόλεως.
Η μνήμη του αγίου Δημητρίου εορτάζεται στις 26 Οκτωβρίου και του αγίου Νέστορα την επομένη ημέρα. Οι θεσσαλονικείς, όπως και όλοι οι όπου γης ορθόδοξοι, τιμούν όπως ταιριάζει τον προστάτη και πολιούχο τους και εκείνος ανταποκρίνεται. Δεν είναι βεβαίως τυχαίο πως η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης έγινε στις 26 Οκτωβρίου 1912, ημέρα της μνήμης του!
ΦΩΤΕΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ τηλ 2103254321

Αφήστε μια απάντηση