Ἄμμον θαλάσσης κοφίνῳ ζητεῖς μετρεῖν.
Προσπαθεῖς νὰ μετρήσῃς μὲ κοφίνι τὴν ἄμμον τῆς θαλάσσης.
(ἤ διαφορετικῶς: ὡσὰν τὸν ἄμμον τῆς θαλάσσης…)
Ἀνδρὸς κακῶς πράσσοντος ἐκποδὼν φίλοι:
Ἐπὶ τῶν ἐν κακοῖς παρεωρωμένων ὑπὸ τῶν πάλαι φίλων.
Τὸν ἄνθρωπον, ποὺ κακοπαθαίνει, τὸν ἐγκαταλείπουν οἱ φίλοι (του).
Ἄνθρακες ὁ θησαυρὸς ἀναπέφηνεν:
Ἄνθρακες οἱ θησαυροί.
Ἀφ᾿ ἵππων ἐπ᾿ ὄνους:
Δι᾿ αὐτούς, ποὺ ἀπὸ τὴν πολυτέλειαν, μεταβαίνουν εἰς τὴν εὐτέλειαν.
Ἀπ’τὰ ψηλὰ στὰ χαμηλά ἤ
Ἀπὸ Δήμαρχος κλητήρας.
Δὶς παῖδες οἱ γέροντες:
Οἱ γέροι εἶναι δύο φορὲς παιδιά.
Ἑορτῆς κατόπιν ἡδύσματα φέρει:
Μετὰ τὴν ἑορτὴν φέρνει τὰ γλυκά (του).
Κατόπιν ἑορτῆς.
Κατόπιν ἑορτῆς ἥκεις:
Ἔφθασες κατόπιν ἑορτῆς.
Λαγὼς καθεύδων:
Λαγός, ποὺ κοιμᾶται:
Δι᾿αὐτούς, ποὺ ὑποκρίνονται πὼς κοιμοῦνται.
Ἀνδρῶν ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος
(Θουκιδ. «Περικλέους Ἐπιτάφιος»).
Πᾶσα γῆ πατρίς.
Ὅπου γῆ καὶ πατρίς.
Ὠὸν τίλλεις.
Κουρεύεις ἕνα αὐγό! (Πάρ᾿ τ᾿ αὐγὸ καὶ κούρεψ᾿ το).
Ὑπάρχουν καὶ φράσεις ποὺ λέγονται αὐτούσιαι καὶ σήμερα.
Ἅμ᾿ ἔπος, ἅμ᾿ ἔργον:
Δι᾿ αὐτούς, ποὺ τελειώνουν κάτι στὸ «ἄψε-σβῆσε».
Κομίζεις γλαῦκα εἰς Ἀθήνας:
Ὅταν ἀναφέρει κάποιος κάτι πολὺ γνωστόν, ὡς νέον.
Διότι ἡ γλαύκα (κουκουβάγια) ἦταν πολὺ συνηθισμένο πτηνὸν εἰς τὴν Ἀθήνα.
Ἐμοῦ θάνατος γαῖα πυρί μιχθήτω:
Ὅταν ἐγὼ πεθάνω, ἄς γίνουν ὅλα στάκτη (δὲν πρέπει νὰ νὰ νοιαζόμεθα, οὔτε νὰ φοβόμεθα τὰ μελλούμενα).
Ὴ τὰν ἢ ἐπὶ τᾶς:
Ἢ τὴν ἀσπίδα ἢ ἐπὶ τῆς ἀσπίδος (νεκρός)
Ζεῖ (ζέει) χύτρα, ζῇ φιλία:
Ζεῖ χύτρα, ζεῖ φιλία.
Κύκνειον ἆσμα:
Διὰ τοὺς ἑτοιμοθανάτους ἤ γενικῶς διὰ κάτι ποὺ τελειώνει. Διότι λέγεται ὅτι οἱ κύκνοι, ὅταν νιώσουν τὸν θάνατον, κελαϊδοῦν γλυκύτατα.
Σὺν Ἀθηνᾷ καὶ χεῖρα κίνει:
Διότι δὲν πρέπει νὰ μένῃ κάποιος ἀδρανής ἀλλὰ νὰ ἐνεργῇ.
Ὤδιδεν ὄρος, εἶτα μῦν ἀπέτεκεν:
Ὅταν κάποιος, ἐνῷ ἤλπισε εἰς μεγάλα πράγματα, ἐπέτυχε ἐλάχιστα.
Κλείνομε μὲ ἕνα ἐπίκαιρον ἀνέκδοτον
Ἕνας παππούς, καθισμένος στὴν πολυθρόνα του στὴν τηλεόρασι, ποὺ ἀνακοίνωνε καὶ νέες μειώσεις στὶς συντάξεις , μονολόγησε :
Ὅταν ἤμουν μαθητής, ἄκουγα κάθε τόσο τὴν δασκάλα μου νὰ λέῃ:
«Νὰ προσέχετε τὰ ….κόμματα! Ἕνα λάθος κόμμα, μπορεῖ νὰ σᾶς χαλάσει τελείως τὴν σύνταξι!»
Ἔπρεπε νὰ περάσουν ἑξήντα χρόνια γιὰ νὰ καταλάβω τὶ ἐννοοῦσε…
Αφήστε μια απάντηση