ΦΩΤΕΙΝΗ ΓΡΑΜΜΗ 48 – Ο ΤΟΥΡΚΟΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΠΟΥ ΑΓΙΑΣΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΡΩΝ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΤΗΣ ΟΠΤΙΝΑ

 

Τὸ ὄνομά του ἦτο Γιουσοὺφ Ἀμπτνοὺλ Ὀγκλί, ἦτο Τοῦρκος μουσουλμάνος ἀπὸ τὸ Μπιτλίς, κοντὰ εἰς τὸ Ἐρζερούμ. Ἐγεννήθη τὸ 1820. Μία σειρὰ ἀπὸ θαύματα καὶ ὄνειρα, ἀπὸ τὴν παιδικήν του ἡλικίαν, τὸν ἔκαναν νὰ ἐνδιαφερθῇ διὰ τὸ χριστιανισμόν, τὸν ὁποῖον ἀρχικὰ ἐγνώρισε εἰς τὴν ἀρμένικην ἐκδοχήν του, λόγῳ γειτνιάσεως καὶ φιλίας μὲ Ἀρμενίους Χριστιανούς. Εἰς τὸ Ἰκόνιον, ὅπου ὑπηρετοῦσεν ὡς ταγματάρχης τοῦ τουρκικοῦ στρατοῦ, προσεπάθησε νὰ γνωρίσῃ μεταφυσικὲς ἐμπειρίες, ἀκολουθὼν τὴν παράδοσιν τῶν δερβίσηδων. Ὅμως ὅλες οἱ προσπάθειές του ἀπέβησαν ἄκαρπες, ἀφήνοντάς τον πνευματικὰ κενόν.

Εἰς τὸν ρωσοτουρκικὸν πόλεμον (1853-1856) ἠχμαλωτίσθη καὶ ὡδηγήθη εἰς τὴν Ρωσίαν. Αὐτὸ τοῦ ἔδωσε τὴν εὐκαιρίαν νὰ μάθῃ διὰ τὴν Ὀρθοδοξίαν καὶ μάλιστα νὰ τὴν γνωρίσῃ ἀπὸ κοντά, νὰ ὁμιλήσῃ μὲ ἀξίους ἱερεῖς, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν Ὅσιον Φιλάρετον, τὸν διὰ Χριστὸν σαλόν, ποὺ ἐζοῦσε εἰς τὴν Τούλα. Ἀπέκτησε ἐπίσης μερικὰ βιβλία καὶ εἰκόνας. Ὅταν ἀπελευθερώθη, ἐπέστρεψεν εἰς τὸ Ἐρζερούμ, εἰς τὴν σύζυγον καὶ εἰς τὸ παιδί του, νοιώθων πλέον εἰς τὴν καρδιὰν του Χριστιανός, ὄχι μουσουλμάνος. Προσηύχετο διαβάζων τοὺς Χαιρετισμοὺς εἰς τὸν Χριστὸν καὶ τὴν Παναγίαν πλησίον τῶν εἰκόνων των καὶ εἰς τὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, τὸν ὁποῖον σεβόταν ἰδιαιτέρως. Ἐσυναντοῦσε ἐπίσης κρυφὰ Χριστιανοὺς καὶ συζητοῦσαν διὰ τὴν χριστιανικὴν πίστιν.

Ὅμως ὁ πεθερός του, ποὺ ἦταν μουφτής, ἔμαθε διὰ τὸ ἐνδιαφέρον του διὰ τὸν Χριστιανισμὸν καὶ διὰ τὰ βιβλία, ποὺ ἐδιάβαζε, καὶ τὸν κατήγγειλε εἰς τὰς ἀρχάς. Συνελήφθη, καθαιρέθη ἀπὸ ἀξιωματικὸς καὶ κατεδικάσθη εἰς διακοσίους ραβδισμούς! Εἰς τὸ χεῖλος τοῦ θανάτου, παρέμεινεν εἰς τὸ νοσοκομεῖον διὰ ἕξ μήνας, ἐνῷ τὰ φρικτὰ σημάδια δὲν ἔσβησαν ποτὲ ἀπὸ τὸ σῶμα του. . Ἐφυλακίσθη κάτω ἀπὸ ἀπανθρώπους συνθήκας, ποὺ τὰς ἐπεδείνωνε ἡ συμπεριφορὰ τῶν συγκρατουμένων του. Εἰς τὴν συνέχειαν, μετὰ ἀπὸ μετακινήσεις καὶ περιπετείας, εἰς τὸν δρόμον διὰ τὴν ἐξορίαν, κάποιοι Ἀρμένιοι Χριστιανοὶ ἐδωροδόκησαν τὸν συνοδόν του καὶ ἐπέτυχαν τὴν ἀπελευθέρωσίν του.

Μετὰ ἀπὸ νέας περιπετείας, ταξίδια, ὁδοιπορίας καὶ διωγμούς, καὶ ἀφοῦ εἶχε ταξιδέψει διὰ προσκύνημα εἰς τοὺς Ἁγίους Τόπους, κατέφυγε πάλι εἰς τὴν Ρωσίαν, ὅπου τελικῶς, τὸ 1874, ἐξεπλήρωσε τὸν πολυετῆ πόθον του καὶ ἐβαπτίσθη Χριστιανός. Εἰσερχόμενος εἰς τὸν Ναὸν τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Καραντὶν διὰ τὴν βάπτισίν του, ἀνεγνώρισε τὴν ἐκκλησίαν, ποὺ εἶχε ἰδεῖ εἰς ὄνειρον πρὶν ἀπὸ δεκαετίας καί, εἰς τὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἀνεγνώρισε τὸν ἱερέα, ποὺ τὸν εἶχε κοινωνήσει εἰς τὸ ὄνειρόν του.

Ἐταξίδεψε διὰ ἀρκετὰ ἔτη εἰς τὴν Ρωσίαν ὡς προσκυνητὴς καὶ διερχόμενος ἀπὸ τὸ σπουδαῖον μοναστήρι τῆς Ὄπτινα (αὐτὸ τὸ φυτώριον ἁγίων) ὡμίλησε μὲ τὸν μεγάλον πνευματικὸν διδάσκαλον τῆς Ρωσίας Ἅγιον Ἀμβρόσιον, ὁ ὁποῖος τοῦ ἐπρότεινε νὰ μονάσῃ ἐκεῖ. Οὕτω ἐνετάχθη εἰς τὴν ἀδελφότητα τῆς Μονῆς, μὲ τὴν καθοδήγησιν δυὸ ἄλλων μεγάλων Ἁγίων, τῶν γερόντων Ἀνατολίου καὶ Βαρσανούφιου. Μὲ προτροπὴν τοῦ Ἁγίου Ἀνατολίου, ἐδιηγήθη λεπτομερῶς τὴν ζωήν του εἰς τὸν Ἅγιον Βαρσανούφιον, ὁ ὁποῖος, καθὼς ἐμφαίνεται, τὴν κατέγραψεν εἰς τὸ χειρόγραφον, τὸ ὁποῖον ἔφθασε ὡς ἐμᾶς.

Ὡς μοναχὸς ἠγωνίσθη σκληρὰ εἰς τὴν ἐπιστήμην τῆς νοερᾶς προσευχῆς, ἀντιμετώπισε σκληρὰς δαιμονικὰς ἐπιθέσεις καὶ ἠξιώθη εἰς οὐρανίους ὀπτασίας, τὰς ὁποίας ἐκοινοποίησε εἰς τὸν πνευματικόν του, τὸν Ἅγιον Βαρσανούφιον.

Ἐκοιμήθη τὴν 18ην Αὐγούστου 1893. Ὅταν οἱ μοναχοὶ τῆς Ὄπτινα τοῦ ἀφήρεσαν τὰ ροῦχα διὰ νὰ τὸν ἀλλάξουν, ἡ θέα τῶν ἀνεξίτηλων σημαδιῶν τῶν φρικτῶν βασανιστηρίων, ποὺ εἶχεν ὑποστεῖ, τοὺς συνεκλόνισε. Οἱ γέροντες Ἀνατόλιος καὶ Βαρσανούφιος ἀνεγνώρισαν, ὅτι ἦτο ἅγιος. Εἰς τὸ πρόσωπόν του ἀνεφέρθη ἀργότερα καὶ ὁ σπουδαῖος Ρῶσος πνευματικὸς συγγραφεὺς Σέργιος Νεῖλος (1862-1929) εἰς τὸ βιβλίον του ,,Οὐράνιες φωνές,, (Τσάρσκογιε Σελό, 1905).

ΠΗΓΗ: Βιβλίον Στάρετς Βαρσανουφίου .

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *