Παῦλος Κ. Τούτουζας, Καθηγητής- Διευθυντὴς τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἱδρύματος Καρδιολογίας
Ρωτᾶς τί συμβαίνει μὲ τὴν πίεσίν σου, ἔχεις 12 καὶ 13 ὅλην τὴν ἡμέραν, πρωί-μεσημέρι-ἀπόγευμα καὶ αἰφνιδίως τὸ βράδυ χτυπᾶ 18 ἢ 19. Ἡ ἀπάντησις εἶναι ὅτι εἶσαι ἡλικιωμένος, ἔφθασες τὰ 80. Εἰς τὴν ἡλικίαν σου εἶναι συνηθισμένον. Πταίει ἡ σκλήρυνσις τῶν ἀρτηριῶν καὶ μὲ τὴν πρώτην ἀνησυχίαν, διατί ἐκαθυστέρησε νὰ ἔλθῃ ἡ κόρη ἢ ὁ υἱός, ἡ πίεσις «χτυπάει εἰς τὴν ὀροφήν».
Φυσιολογικὴ εἶναι ἡ πίεσις ἐκείνη, ἡ ὁποία ἐξασφαλίζει εἰς τὸν ἄνθρωπον τὴν ὁμαλὴν ροὴν αἵματος εἰς ὁλόκληρον τὸ σῶμα. Ἔτσι τὸ μυαλό σου εἶναι καθαρόν, τὰ πόδια δυνατὰ εἰς τὸ βάδισμα, εἰς τὸ τρέξιμον. Ἕνα παιδὶ πέντε ἐτῶν ἐπιτυγχάνει αὐτὰ μὲ πίεσιν χαμηλὴν περίπου 8, ἢ 80 mmHg ἐπὶ τὸ ἐπιστημονικώτερον. Αὐτὸ γίγνεται, ἐπειδὴ τὸ τοίχωμα τῶν ἀρτηριῶν ἔχει ἐλαστικότητα καὶ διατείνεται εὔκολα, ὥστε ἡ καρδιὰ δὲν χρειάζεται κατὰ τὴν συστολήν της νὰ βάλῃ δύναμιν μεγάλην διὰ νὰ τρέξῃ τὸ αἷμα εἰς τὶς πεντακάθαρες ἀρτηρίες, νὰ φθάσῃ μέχρι τὰ πέρατα τοῦ σώματος, τὰ δάκτυλα καὶ τὴν κεφαλήν. Τὰ πράγματα βεβαίως σκληραίνουν μὲ τὴν ἡλικίαν καὶ ἐπιβλαβῆ κατάλοιπα ἐμφανίζονται τῆδε- κακεῖσε εἰς ὅλες τὶς ἀρτηρίες, ὅπερ σημαίνει ὅτι ἡ καρδιὰ πρέπει νὰ ἀρχίσῃ νὰ συσπᾶται ἰσχυρότερον καὶ τότε ἡ πίεσις αὐξάνεται. Ἔτσι ὅταν τὸ παιδὶ γίγνεται δέκα χρονῶν ἡ μεγάλη πίεσις φθάνει τὰ 9 ἢ καὶ 10 καὶ αὐτὴ ἡ τάσις αὐξήσεως παρακολουθεῖ τὸν ἄνθρωπον εἰς ὅλην τὴν ζωήν. Ὅμως ἡ ἰατρικὴ διαπιστώνει ὅτι ἐπάνω ἀπὸ 12 ἢ 13, ἡ σκλήρυνσις τῶν ἀρτηριῶν καὶ τὰ ἀθηρώματα ἐπιδεινώνονται ἀπὸ αὐτὴν καθ᾿ ἑαυτὴν τὴν πίεσιν. Ὥστε, ναί, μετὰ τὴν ἡλικίαν τῶν πέντε νὰ αὐξηθῇ ἡ πίεσις πρὸς τὰ 9 καὶ 10 ἢ καὶ 11 ἀλλὰ ὄχι πέραν τοῦ 13, ἐπειδὴ ἐγκυμονεῖ κινδύνους, νὰ ἔχωμεν ἕνα ἔμφραγμα ἢ ἐγκεφαλικὸν ἀπὸ τὴν σκλήρυνσιν, τὸ ἀθήρωμα καὶ τὴν ἐπιπλοκήν του μὲ θρόμβους καὶ ἀπόφραξιν τῆς ἀρτηρίας. Ἔτσι, ἡ Εὐρωπαϊκὴ Καρδιολογικὴ Ἑταιρεία μᾶς συνιστᾶ νὰ ξεχάσωμεν τὰ παλαιὰ π.χ. 16 εἰς τοὺς ἡλικιωμένους καὶ ὁρίζει ἡ συστολική-μεγάλη πίεσις νὰ εἶναι πάντα κάτω ἀπὸ 14 καὶ εἰς τοὺς διαβητικοὺς κάτω ἀπὸ 13. Ἀρίστη πίεσις τῶν ἡλικιωμένων εἶναι τὸ 12, μὲ τὴν προϋπόθεσιν πάντα νὰ ἔχουν καλὴν κυκλοφορίαν αἵματος, νὰ σκέπτωνται χωρὶς ζάλη , νὰ ὁμιλοῦν καθαρὰ καὶ νὰ βαδίζουν δυνατά. Εὐτυχῶς οἱ πλεῖστοι τῶν ἡλικιωμένων τὰ καταφέρνουν καλὰ μὲ πίεσιν 12-13. Ὅμως ἐὰν παρουσιάζεται ζάλη καὶ λοιπὰ καὶ δὲν ἠμποροῦν, τότε ἄς ζοῦν μὲ πιὸ ὑψηλὴν πίεσιν, 13-14, ὄχι ὅμως παραπάνω διότι θὰ πάθουν περισσότερες ζημιές.
Εἰς τοὺς ἡλικιωμένους ἡ σκλήρυνσις τοῦ ἀρτηριακοῦ τοιχώματος μειώνει πολὺ τὴν ἐνδοτικότητά του, ἔτσι λοιπὸν τὸ σφυγμικὸν κύμα ἐμφανίζει αὔξησιν τῆς συστολικῆς πιέσεως, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἡ καρδιὰ συστέλλεται ἰσχυρότερα. Ὥστε ἐὰν ὑπάρχουν παθολογικοὶ μηχανισμοὶ αὐξήσεως τῆς πιέσεως εἰς ἡλικίαν ἄνω τῶν 65 ἐτῶν καὶ βεβαίως πολὺ περισσότερον ἄνω τῶν 80 ἐτῶν, τότε ἐπικρατεῖ συστολικὴ ὑπέρτασις ὑψηλή, ἡ ὁποία χωρὶς θεραπείαν, συχνὰ φθάνει τὰ 18 καὶ 20 ἢ περισσότερον. Τὸ χαρακτηριστικὸν ἐδῶ τῆς συστολικῆς αὐτῆς ὑπερτάσεως εἶναι ὅτι ἡ μικρή-διαστολικὴ πίεσις, πάλι λόγῳ τῆς σκληρύνσεως τῶν ἀρτηριῶν, συνήθως εἶναι χαμηλοτέρα τοῦ φυσιολογικοῦ, κάτω τῶν 8 (80mmHg). Τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι σαφῶς διαφορετικὸν ἀπὸ τὴν ὑπέρτασιν ἑνὸς νέου ἀνθρώπου ἡλικίας κάτω τῶν 50. Εἰς τὸν νέον ὑπερτασικὸν ἡ μεγάλη πίεσις ἠμπορεῖ νὰ φθάνῃ τὰ 16-17 ἢ περισσότερον, ἀλλὰ τότε καὶ ἡ μικρὴ πίεσις-διαστολικὴ ἀνεβαίνει εἰς τὰ 10-11 ἤ περισσότερον. Ἠμπορεῖ, δηλαδή, εἰς ἕνα νέον ἡ συστολικὴ νὰ εἶναι 20 καὶ ἡ διαστολικὴ 12 ἢ 13. Ἀντίθετα εἰς τὸν ὑπερήλικα ἡ διαφορὰ εἶναι μεγάλη μεταξὺ συστολικῆς π.χ. εἰς τὸ 20 καὶ τῆς χαμηλῆς διαστολικῆς πιέσεως π.χ. εἰς τὸ 5 ἤ 6. Αὐτὴ ἡ διαφορὰ πιέσεως σφυγμοῦ, ὅπως καλεῖται, δηλαδὴ ἡ διαφορὰ μεταξὺ συστολικῆς καὶ διαστολικῆς, ἐπηρεάζει δυσμενῶς πάλιν τὶς ἤδη σκληρὲς ἀρτηρίες καὶ κουράζει τὴν καρδιάν. Διὰ τὸν λόγον αὐτὸν χρειάζεται θεραπεία ἡ συστολικὴ πίεσις νὰ πέσῃ χαμηλά, κάτω ἀπὸ 14, χωρὶς ὅμως νὰ ἐλαττώνεται περισσότερο ἡ διαστολική.
Ἑπομένως εἰς τοὺς ἡλικιωμένους ἄνω τῶν 80 ἐτῶν, ὅπως καὶ εἰς τοὺς νεωτέρους, θὰ πρέπῃ νὰ θεραπεύεται ἡ συστολικὴ ὑπέρτασις, ὥστε ἡ μεγάλη πίεσίς των νὰ εἶναι κάτω ἀπὸ 14. Εἴμεθα εὐχαριστημένοι καὶ ἐπιμένομε εἰς τὸ σχῆμα φαρμάκων, ποὺ ἔχομεν δώσει, ἐφ᾿ ὅσον τότε ὁ θεραπευόμενος βαδίζει καλὰ καὶ δυνατὰ μὲ μυαλὸ καθαρὸν καὶ δὲν ζαλίζεται. Διαφορετικὰ ἐλαττώνεται ὀλίγον ἡ δόσις τῶν φαρμάκων, ὥστε μὲ ὀλίγον μεγαλύτερη πίεσιν μέχρι 15, νὰ ἔχῃ ποιότητα ζωῆς. Εὐτυχῶς, τὸ τελευταῖον εἶναι μᾶλλον σπάνιον. Διὰ νὰ ἔλθωμεν πάλιν εἰς ἐσέ. Ἔχεις ἐλαφρὰ ὑπέρτασιν, ποὺ τὴν θεραπεύεις μὲ ἤπιον ἀντιυπερτασικόν, ὥστε σχεδὸν ὅλη ἡ ἡμέρα νὰ περνάῃ μὲ 12-13. Εἰς τὸ στρὲς δὲν ἔχουν ἐλαστικότητα οἱ ἀρτηρίες καὶ μὲ τὴν πρώτην στενοχώριαν σου ἀνεβαίνει ὑψηλά. Δὲν ὑπάρχει πρόβλημα, ἐπειδὴ πέφτει γρήγορα ἡ πίεσις μόνη της ἤ μὲ τὴν βοήθειαν ἠρεμιστικοῦ φαρμάκου.
Τὸ παλαιὸν σπίτι, πέρα ἀπὸ τὴν δομήν, τοὺς τοίχους καὶ τὰ ἔπιπλα, θέλει καὶ ὀλίγον περισσότερον φροντίδα διὰ τὰ λειτουργικά του. Ἐὰν ἡ χοληστερίνη εἶναι ηὐξημένη, θὰ πρέπῃ νὰ λαμβάνεται στατίνη καὶ ἐὰν ὑπάρχῃ σακχαρώδης διαβήτης, ἡ θεραπεία του νὰ εἶναι ἀποτελεσματική. Ὡς πρὸς τὸ κάπνισμα, εὐτυχῶς, εἰς τὴν ἐνάτην καὶ δεκάτην δεκαετίαν οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μυαλὸ καὶ τὸ ἔχουν γνωρίσει εἰς τὴν ζωὴν των ἐξ ἀποστάσεως. Εἰς τὴν ἡλικίαν των οἱ «θεριακλῆδες» ἀπουσιάζουν καὶ μερικοὶ μάλιστα ἀπὸ καιρό.
Αφήστε μια απάντηση